Οι ποταµοί της Θεσσαλίας διακρίνονται σε δύο οµάδες.
Στην πρώτη οµάδα
χαρακτηριστικών της ανήκουν εκείνοι οι ποταµοί που έχουν τις πηγές τους στην
πεδιάδα ή στους πρόποδες των βουνών.Αυτοί είναι ευλογία για την περιοχή,
γιατί έχουν όλο τον χρόνο σχεδόν την ίδια ποσότητα νερού και
χρησιµοποιούνται για το πότισµα των χωραφιών κατά τη διάρκεια της ξηρασίας.
Αντίθετα οι ποταµοί,
που κατεβαίνουν από τα βουνά και έχουν νερό µόνο όταν είναι περίοδος βροχοπτώσεων και
όταν λιώνουν τα χιόνια, φέρνουν τέτοιες ποσότητες νερού και µε τόση ορµή,
πληµµυρίζουν την περιοχή και αποθέτουν άµµο και χαλίκια. Το καλοκαίρι όµως,
τότε που το νερό θα ήταν πολύτιµο, σχηµατίζουν µόνο µια αποξηραµένη κοίτη. Μόνο
λίγα ποτάµια που πηγάζουν από τα βουνά, έχουν νερό όλο τον χρόνο, όπως ο
Ενιπεύς και ο Πηνειός.
Ο Πηνειός είναι ο
µεγάλος ποταµός που δέχεται όλα τα νερά των εσωτερικών θεσσαλικών πεδιάδων.
Πηγάζει από την Πίνδο, στην κοµβική ορεινή διάβαση του Μετσόβου. Μετά την είσοδό
του στην πεδιάδα, δέχεται από τα
αριστερά όλα τα νερά των Χασίων, τα
οποία φέρνουν σ' αυτόν ο Μουργκάνης (Ίων),
ο Τρικαλινός (Λιθαίος) και ο Νεοχωρίτης. Ένας παραπόταµός του από τα αριστερά είναι
επίσης αυτός της Αγίας Μονής
(Αγιαµονίτης) και ο Κουµέρκης, ο
οποίος πηγάζει από τους βάλτους δυτικά των Τρικάλων. Από τα νότια χύνονται σε αυτόν τα ρέµατα της
Πίνδου και της Όθρυος. Το αρχαίο όνοµα του Πορταϊκού ποταµού ο οποίος χύνεται
στον Πηνειό από τα νοτιοδυτικά των Τρικάλων,
είναι άγνωστο.
Από τα χαράδρα του
Μουζακίου έρχεται ο Μπλιούρης, ο οποίος
ρέει µπροστά από τους Γόµφους και δέχεται πολλά ρέµατα από την περιοχή της
Ιθώµης και της Μητροπόλεως, ανάµεσα
στους οποίους ο Μέγας που έρχεται από την Γράλιστα (σηµερινός Ελληνόπυργος). Ο Μπλιούρης
θεωρείτε ταυτόσηµος µε τον Πάµισο, κυρίως χάρη στο γειτονικό επίσης µεσσηνιακό
όνοµα Ιθώµη.
Ο Καρούµπαλης, το ρέµα της
Καρδίτσας που έρχεται από το Ίταµο και ο οποίος δέχεται παροµοίως µια σειρά από άλλους ποταµούς στην πεδιάδα,
είναι πιθανόν ο αρχαίος Ονόχωνος, τον οποίο ήπιε τάχα τελείως ο στρατός του
Ξέρξη.
Ο Σοφαδίτικος ή Μπουγιούκ – Τσαναρλής (= µεγάλο ρέµα µε πλατάνια)
είναι ο αρχαίος Κουάριος. Αυτός µαζεύει όλα τα ποτάµια τηε ∆ολοπικής
σχιστολιθικής οροσειράς, τα ρέµατα του Αγίου Ιωάννη, της Ρεντίνας, τον Παλιασβέστη και τον Πενταµύλη, ο οποίος µε τα πρασινωπά νερά του
αποτελεί την εκροή της λίµνης Ξυνιάδος. Ανάµεσα από την πηγή Βαµβακιές και στο πιο χαµηλά ευρισκόµενο χωριό
Χαλαµπρέζι (σηµερινός Κέδρος) η στενή κατάφυτη
κοιλάδα του θυµίζει τα Τέµπη.
Ο
Απιδιανός είναι ο ποταµός Ταµπαχανα ή Φαρσαλίτης ο οποίος πηγάζει κοντά στη
Φάρσαλο. Σε αυτόν µπροστά στη τείχη της Φαρσάλου, στρατοπέδευσε
ο Βρασίδας. Ο Απιδιανός και ο Ενιπεύς ενώνονται. Σε αυτόν τον ενιαίο ποταµό δίνει
το όνοµα του ο Απιδιανός, αν και ο Ενιπεύς είναι µεγαλύτερος και στο µήκος και στην ποσότητα
του νερού. Ο Απιδιανός όµως έρχεται από
την πρωτεύουσα Φάρσαλο. Το ρέµα του ∆οµοκού, ένας παραπόταµος του Φαρσαλίτη,
δέχεται από τα αριστερά τα νερά που έρχονται από το Ξεροβούνι, από τα δεξιά το
ρέµα της Καµάρας, που πηγάζει από τους νότιους πρόποδες του βουνού Κασιδιάρης
και το ρέµα των Βρυσιών.
Το µακρύτερο ρου από όλους αυτούς τους παραπόταµους
έχει ο Ενιπεύς. Αυτός πηγάζει από την
ψηλή Όθρυ.Περνούσε κοντύτερα από 10 στάδια (1,7 χλµ) µπροστά από την πόλη
Μελίτεια. Ο Φίλιππος Έ στρατοπέδευσε σε
αυτό τον ποταµό µετά το αποτυχηµένο
πραξικόπηµά του εναντίον της Μελίτειας. Στις όχθες του οι Θεσσαλοί
αντιµετώπισαν το Βρασίδα, κατά την πορεία του από τη Μελίτεια εναντίον της
Φαρσάλου. Πρέπει εποµένως κανείς να ταυτίσει τον Ενιπέα µε τον Νεοχωρίτικο που
έρχεται από τα βουνά και ρέει µισή ώρα
ανατολικά της πόλεως. Αυτός διασχίζει το
υψίπεδο της Αβαρίτσας µέχρι το
Νταµπακλί (σηµερινή Σκοπιά). Αφού
δέχεται τα νερά πολλών παραποτάµων, στρίβει στη στενή κοιλάδα γύρω από το βουνό
της πόλεως Κισλάρ (σηµερινή
Καλλιθέα) και ονοµάζεται Κιουτσούκ
Τσαναρλής (=Μικρό Πλατανόρεµα). Στο
Καρατζά Αχµέτ, στο βουνό του χωριού
∆εγκλί (σηµερινή Αµπελιά), σχηµατίζει
σχεδόν µια ορθή γωνία από τα βόρεια προς
τα δυτικά. Έτσι αφήνει στα αριστερά του ανάµεσα από αυτόν και την οροσειρά ,ελεύθερο τον µυχό του πεδίου της µάχης του 48 π.Χ. Στο Κριτήρι,
βορειοανατολικά της Φαρσάλου πλησιάζει η οροσειρά πάλι τον ποταµό σε απόσταση
1,5 χλµ. Μετά κυλάει αυτός µπροστά από τη Φάρσαλο. Στα νότια εκτείνεται η πεδινή χώρα και στο
βορά πλαταίνει σιγά σιγά, αλλά συµµετρικά, η πεδιάδα ανάµεσα στον ποταµό και τα
βουνά µέχρι περίπου τέσσερα χλµ. πλάτος κοντά στη ∆ρίσκολη (σηµερινή Κρήνη). Στη συνέχεια ξεπηδούν τα υψώµατα του ∆ογαντσί-νταγ (Φυλλήιον όρος) µέχρι κοντά στον ποταµό. Καθώς αυτός κυλάει δίπλα στους πρόποδες,
µαζεύει τα νερά του Απιδιανού, του Κουάριου, του Ονόχωνου και του Πάµισου. Μετά
από µικρόν ρου χύνονται όλοι µαζί οι ενωµένοι ποταµοί στον Πηνειό.
Έτσι εδώ συγκεντρώνονται όλες οι µεγάλες υδάτινες αρτηρίες, που κατεβαίνουν
από τις πλούσιες σε βροχές βόρειες πλαγιές της Πίνδου και της Όθρυος και οι
οποίες δηµιουργούν σε όλο το πλάτος της πεδιάδας ένα εκτεταµένο ποτάµιο
σύστηµα. Αυτή η βορειοανατολική γωνία είναι τα βαθύτερο
σηµείο της πεδιάδας.Μόνο εδώ θα µπορούσε
να βρίσκεται σε αντιστοιχία το όνοµα Λιµναίον, διότι λίµνη σηµαίνει ένας βαθύς τόπος,
φτωχός σε εκροές, στον όποιο το νερό συρρέει σχηµατίζοντας βάλτο και λίµνη. Για
αυτό ταιριάζει το όνοµα καλύτερα στο ερείπιο που βρίσκεται στο βουνό
Πετροµάγουλο σε υψόµετρο 250 µ. το οποίο
υψώνεται σαν νησί στην πεδιάδα, 2
χλµ. βορειοδυτικά από το Κουρτίκι (σηµερινή Μεταµόρφωση) και χωρίζεται από αυτό µε τον Πάµισο.
Το χειµώνα, το βαθύπεδο γύρω
από το βουνό γίνεται βαλτώδες.Το βουνό στα νότια και δυτικά κατεβαίνει απότοµα,
ενώ στα βόρεια και ανατολικά κατηφορίζει βαθµιαία προς την πεδιάδα. Ο πύργος πάνω
στο βουνό περιβάλλεται από ένα ακατέργαστο πολυγωνικό τείχος πάχους 2 µ. µε εσωτερική
και εξωτερική πρόσοψη και ενδιάµεση γέµιση
µε µικρότερες πέτρες. Προς τα βόρεια υψώνεται ένας ισχυρός
πύργος.Πάνω στα αρχαία ελληνικά τείχη
βρίσκεται ένα µεσαιωνικό κτίσµα µε
αµµοκονίαµα.Το τείχος της κάτω
πόλεως,στα βόρεια, είναι κανονικότερα κατασκευασµένο από
ορθογώνιους λίθους διαφόρων µεγεθών. Η πόλη ήταν µικρή, ένα είδος καταφυγίου για τους κατοίκους της
πεδιάδας σε καιρό πληµµυρών ή πολέµων.
Αφού ο Πηνειός
µαζέψει όλα τα νερά της άνω πεδιάδας, διασχίζει τα µεσοθεσσαλικά βουνά στο στενό του Καλαµακίου.
Ο Πηνειός διασχίζει το δυτικό και ανατολικό άκρο των σκληρών ασβεστολιθικών
βουνών. Ανάµεσα από τις δύο χαραµάδες
βρίσκεται στο εσωτερικό στη δεξιά όχθη του η
µικρή πεδιάδα του Άτραγος. Με πολλές στροφές και γυρίσµατα διατρέχει την
Πελασγιώτιδα. Χαµηλότερα από τη Λάρισα σε περιόδους που έχει πολύ νερό ο
Πηνειός διοχετεύει νερά στη λίµνη Ασµάκι και στη Βοιβηίδα. Παραποτάµους, από
δεξιά, δεν δέχεται στην άνυδρη πεδιάδα.
Στην βορειοδυτική άκρη δέχεται έναν παραπόταµο, τον Τηταρήσιο, που κατεβαίνει από την
Περραιβία. Αυτός φέρνει τα καθαρά νερά της πηγής Μάτι, τα οποία για µεγάλη
απόσταση δεν ανακατεύονται µε τα πρασινοκίτρινα
νερά του Πηνειού.Στη συνέχεια ο Πηνειός
πιέζεται σε µια στενή κοιλάδα περνώντας
από τη στενωπό του Μουσαλάρ (σηµερινή
Ροδιά) ανάµεσα από το Έρηµον και τον Κάτω Όλυµπο, όπου έχει το µοναδικό
καταρράκτη του, ύψους 7 – 10 πόδια και είναι τόσο στενός εδώ, ώστε η γέφυρα του
Εβρενός να περνάει πάνω του µε ένα µόνο τόξο. Από εδώ διατρέχει ο Πηνείος την
κοιλάδα του Γόννου και του ∆ωτίου και
µεταφέρει όλα τα νερά του εσωτερικού της Θεσσαλίας στη θάλασσα.
Σημείωση: Στη background εικόνα της σελίδας αυτής φαίνεται ο Ενιπέας γεμάτος με νερό διασχίζοντας το χωριό μας,τον όμορφο Βλοχό.
Σημείωση: Στη background εικόνα της σελίδας αυτής φαίνεται ο Ενιπέας γεμάτος με νερό διασχίζοντας το χωριό μας,τον όμορφο Βλοχό.
ΠΗΓΗ: FRIEDRICH STAHLIN, «Η αρχαία Θεσσαλία», Μετάφραση: Γιώργος Παπασωτηρίου
& Αναστασία Θανοπούλου, Εκδοτικός οίκος Αδελφών Κυριακίδη Α.Ε., Θεσσαλονίκη
2002